Τσουνάμι, σεισμοί, κυκλώνες, φωτιές, τρομοκρατία: ήταν μια σκληρή χρονιά. Σύμφωνα με τον διευθυντή του Νουβέλ Ομπζερβατέρ, τον Ζαν Ντανιέλ, το 2005 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έτος του ρατσισμού. Δεν είναι μόνο οι εικόνες των μαύρων που πνίγηκαν εγκαταλελειμμένοι στη Νέα Ορλεάνη, δεν είναι μόνο οι εκρήξεις βίας εναντίον των ξένων στο Σίδνεϋ ή οι επιθέσεις των σκίνχεντ στην Αγία Πετρούπολη: είναι κι εκείνη η δημοσκόπηση της Μοντ που δείχνει ότι ένας στους τέσσερις Γάλλους συμφωνεί με τις ιδέες του Λεπέν για την ασφάλεια, τη μετανάστευση και τις παραδοσιακές αξίες. H χρονιά που φεύγει χαρακτηρίζεται ακόμη από την υποχώρηση των ελευθεριών στις ανεπτυγμένες χώρες: οι αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις τηλεφώνων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για την αποθήκευση προσωπικών δεδομένων, οι όλο και πιο αυστηροί αντιτρομοκρατικοί νόμοι, οι παράνομες μεταφορές, φυλακίσεις και βασανισμοί υπόπτων, δείχνουν ότι ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, εντός και εκτός εισαγωγικών, έχει πολύ μεγάλο κόστος, δυσβάσταχτο, σχεδόν αφόρητο. Ίσως λοιπόν να είναι σκόπιμο να αποχαιρετήσουμε το 2005 με μια υπόκλιση σε έναν ελεύθερο άνθρωπο. Ο Αλμπέρ Κοσρύ γεννήθηκε το 1913 στο Κάιρο και από τα δέκα του χρόνια άρχισε να γράφει. Το πάθος του για τον Μπαλζάκ ήταν τόσο μεγάλο, ώστε όταν αποβιβάστηκε το 1930 στο Μονπαρνάς γνώριζε την περιοχή απ' έξω. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε στα αραβικά και τα γαλλικά το βιβλίο του «Οι ξεχασμένοι του Θεού». Όπως είπε ο Χένρυ Μίλερ, που ανέλαβε την έκδοση του βιβλίου στην Αμερική, «κανείς εν ζωή συγγραφέας δεν έχει περιγράψει με πιο καυστικό και πιο αδυσώπητο τρόπο τη ζωή εκείνων που αποτελούν το τεράστιο καταποντισμένο πλήθος...». Στη διάρκεια του πολέμου, ο Κοσρύ έκανε τον φροντιστή σε ένα πλοίο που πραγματοποιούσε δρομολόγια μεταξύ Πορτ Σάιντ και Νέας Υόρκης. Εκεί έγραψε και το πρώτο του μυθιστόρημα, το «Σπίτι του Βέβαιου Θανάτου». Επιστρέφοντας στο Παρίσι, εγκαταστάθηκε σ' ένα ξενοδοχείο του Σαιν-Ζερμαίν-ντε-Πρε. Εκεί μένει ακόμα, στο δωμάτιο 58 του ξενοδοχείου La Louisiane. «Αν είμαι ακόμα ζωντανός», είπε πρόσφατα στο περιοδικό Λ'Εξπρές, «είναι επειδή δεν παντρεύτηκα ποτέ, δεν απέκτησα ποτέ παιδιά, θυρωρό, αυτοκίνητο ή λογαριασμό του ηλεκτρικού. Το να ζω μου είναι αρκετό». Ο άνθρωπος αυτός, που έκανε παρέα με τον Αλμπέρ Καμύ και τον Λώρενς Ντάρελ και ζούσε από τις δωρεές των γκαλερίστ, είχε επιτέλους την τύχη να δει να εκδίδεται το σύνολο του έργου του («Άπαντα», εκδ. Joelle Losfeld). H ευχή που δίνει στα 92 του χρόνια είναι ανατρεπτική: «Αυτό που θα ήθελα είναι, όσοι με διαβάσουν, να μην πάνε την άλλη μέρα στη δουλειά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου