Σάββατο 27 Αυγούστου 2011
Τρίτη 9 Αυγούστου 2011
Κεφάλαιο 1
Ιατρικά θέματα και ο ρόλος του αθλίατρου
Η αθλητική ιατρική είναι μία ειδικότητα της ιατρικής επιστήμης που γίνεται ολοένα και πιο περιζήτητη, ιδίως την στιγμή που εξειδικευμένες μεταπτυχιακές σπουδές (αν όχι αναγνωρισμένη ειδικότητα) είναι πλέον διαθέσιμες σε πολλές χώρες. Η άσκηση της αθλητιατρικής απαιτεί ικανότητες και γνώσεις τόσο στον τομέα της γενικής ιατρικής, όσο και στις παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος, ώστε να καλύπτονται ικανοποιητικά οι ανάγκες του σύγχρονου αθλητή.
Ο πρωταρχικός ρόλος του αθλίατρου είναι η διατήρηση της υγείας και της φυσικής κατάστασης του αθλητή, στο βέλτιστο δυνατό επίπεδο. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, απαιτείται στενή συνεργασία ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, για παράδειγμα ανάμεσα στον φυσικοθεραπευτή, τον ορθοπαιδικό, τον διατροφολόγο και τον μασέρ (Εικ. 1.1). Ο δευτερεύων ρόλος του αθλίατρου είναι η συνεργασία με το προπονητικό και λοιπό υποστηρικτικό επιτελείο, για την επίτευξη της βέλτιστης απόδοσης του αθλητή. Η δυσκολία και η μοναδικότητα του πεδίου δράσης του αθλίατρου πηγάζει από την διττή φύση του ρόλου του και την φυσιολογική σύγκρουση συμφερόντων, μεταξύ των δύο επιμέρους στόχων.
Η αυξημένη συμμετοχή στα αθλήματα, που έχει παρατηρηθεί στον γενικό πληθυσμό, και η προοδευτική επαγγελματοποίηση/εμπορευματοποίηση των ελίτ αθλημάτων, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού, το οποίο μάλιστα να μπορεί να συνδυάζει την εργασία με το πάθος για τα αθλήματα.
Ο Phillip Tissie θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας από τους πρώτους “αθλητιάτρους”, όταν περιέγραφε ως “τοξικό” το δείγμα ούρων ενός αθλητή, που είχε μόλις αποτύχει να σπάσει το παγκόσμιο ρεκόρ στην 24ωρη ποδηλασία, το 1893, καθώς μόνο 10mL από τα ούρα του αρκούσαν για να σκοτώσουν έναν λαγό βάρους 2 κιλών (24 ώρες μετά, χρειάστηκε η διπλάσια ποσότητα!). Ίσως, μπροστά από την εποχή του, ο Tissie να ήθελε να εναντιωθεί στην ανταγωνιστικότητα των αθλημάτων, όπως αυτή υφίσταται στις μέρες μας, λόγω των πιθανών κινδύνων που ελλοχεύουν. Περίπου την ίδια χρονική περίοδο, ο Charles-Edouard Brown-Sequard πραγματοποιούσε πειράματα με ενέσεις ορχικών εκκρίσεων, πιστεύοντας ότι αποτελούν την «γενετήρια πηγή της δύναμης», γεγονός που αποτελεί ένα θέμα που μας στοιχειώνει ακόμα και σήμερα, στον 21ο αιώνα. Οι αθλίατροι, στις μέρες μας, απασχολούνται με όλες τις εκφάνσεις της φροντίδας τόσο των ερασιτεχνών, όσο και των επαγγελματιών αθλητών, και κατέχουν σημαντική θέση ανάμεσα στους μαχητές κατά της χρήσης απαγορευμένων ουσιών στον αθλητισμό.
Ο στόχος αυτού του κεφαλαίου είναι η περιγραφή των κύριων ρόλων και αρμοδιοτήτων ενός αθλιάτρου, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στον επαγγελματικό αθλητισμό.
Ο γιατρός της ομάδας
Η συνεργασία με μία επιτυχημένη, επαγγελματική ομάδα αποτελεί στόχο της πλειοψηφίας των αθλιάτρων, επομένως είναι απαραίτητο να μπορούν να αποτελούν μέλη μίας στενά συνεργαζόμενης ομάδας, καθώς η αποδοτική επικονωνία μεταξύ του προπονητικού και του λοιπού υποστηρικτικού επιτελείου είναι καίριας σημασίας. Η οργάνωση τακτικών συσκέψεων των μελών της ιατρικής ομάδας είναι απαραίτητη για την επίτευξη της σωστής συνεργασίας, όπως και οι τακτικές ενημερώσεις της προπονητικής ομάδας είναι εξίσου απαραίτητες, για την διασφάλιση της επίγνωσης, από μέρους των προπονητών, της αναλυτικής κατάστασης της ομάδας. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να ξεφεύγουμε από τα όρια της εμπιστευτικότητας. Σε κάθε ομάδα, θα υπάρχει κάποιος που θα απαιτήσει από τους αθλητές και τους γιατρούς να αποκαλύψουν εμπιστευτικές πληροφορίες, δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι η διαφύλαξη του απορρήτου του αθλητή (ασθενή) παραμένει αδιαφιλονίκητη.
Έχοντας υπόψιν αυτό το δεδομένο, ο αθλίατρος οφείλει να εξασφαλίσει ένα σωστό περιβάλλον, με κατάλληλα εξοπλισμένους ιδιωτικούς χώρους, όπου να μπορούν να τον επισκεφθούν οι αθλητές με διαφύλαξη της εμπιστευτικότητάς τους, αλλά και του επαγγελματικού επιπέδου και της ηθικής του ίδιου του γιατρού.
Ο αποκλεισμός της συμμετοχής ενός αθλητή είναι μία απόφαση κατά την οποία ο αθλίατρος μπορεί να δεχθεί έντονες εξωτερικές πιέσεις, επομένως οφείλει να έχει ξεκαθαρίσει σε ποιόν έγκειται η ευθύνη και να λαμβάνει ανεπηρέαστος την απόφασή του.
Η τήρηση αρχείου είναι μία περίπλοκη υπόθεση, καθώς πολλές αντιμετωπίσεις περιστατικών δεν γίνονται στον χώρο του ιατρείου, αλλά στο γήπεδο. Παραμένει, όμως, επιτακτική η ανάγκη τήρησης σαφούς και περιεκτικού αρχείου. Η καταχώρηση δεδομένων στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές είναι όλο και πιο διαδεδομένη και χρήσιμη, με ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα αυτής της μεθόδου να είναι η δυνατότητα σύνδεσης με φορητές συσκευές, επιτρέποντας στον γιατρό την πρόσβαση και την καταγραφή πληροφοριών, ακόμα και από τον αγωνιστικό χώρο.
Παρότι οι γενικές απαιτήσεις σε εξοπλισμό ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος της ομάδας και τις διαθέσιμες οικονομικές πηγές, η επαρκής πρόσβαση σε εξοπλισμό για επείγοντα περιστατικά είναι αδιαπραγμάτευτη και δεν επιδέχεται κανένα συμβιβασμό (βλέπε το Κεφάλαιο 2).
Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να βρεθεί ο γιατρός σε ένα περιβάλλον, όπου κυριαρχούν θεραπευτικές μέθοδοι και πεποιθήσεις που πηγάζουν από την παράδοση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ανακύπτουν δυσκολίες στην εδραίωση των νέων δεδομένων, και απαιτείται διακριτικότητα και υπομονή από μέρους του γιατρού για την ομαλή μετάβαση στην δέουσα άσκηση της ιατρικής επιστήμης.
Ταξιδεύοντας με την ομάδα
Τα διεθνή ταξίδια της ομάδας μπορούν να αποδειχθούν από τις πιο δελεαστικές ευκαιρίες στην καριέρα κάθε αθλιάτρου. Οι απαιτήσεις, συνήθως, είναι μεγάλες, σε 24ωρη βάση, πιθανόν για αρκετές εβδομάδες. Για πρακτικούς λόγους, η διαδικασία μπορεί να χωριστεί σε επιμέρους τμήματα: την προετοιμασία, την ιατρική τσάντα, το ταξίδι και την φροντίδα στην περιοχή προορισμού.
Προετοιμασία
Πριν από το ταξίδι, ο αθλίατρος οφείλει να λάβει ένα πλήρες ιστορικό και να κάνει ενδελεχή εξέταση των αθλητών και του επιτελείου, ώστε να είναι πλήρως ενημερωμένος για τα προϋπάρχοντα ιατρικά ζητήματα. Ο ακριβής προγραμματισμός των απαιτούμενων εμβολιασμών μπορεί να διευκολυνθεί με την κατάστρωση ενός λεπτομερούς και έγκαιρου ταξιδιωτικού προγράμματος. Οι εμβολιασμοί που θεωρούνται επιβεβλημένοι είναι για:
- τον τέτανο
- την διφθερίτιδα
- την ιλαρά
- την παρωτίτιδα
- την πολιομυελίτιδα
- την ερυθρά.
Οι εμβολιασμοί που η αναγκαιότητά τους πρέπει να κριθεί σε μία πιο εξειδικευμένη βάση (ανάλογα με την φύση του αθλήματος, την ηλικία του κάθε ατόμου, τον τόπο προορισμού) είναι για:
- την ηπατίτιδα Α
- την ηπατίτιδα Β (ιδίως σε αθλήματα που απαιτούν σωματική επαφή)
- την γρίπη
- την ελονοσία (προληπτικά μέτρα, δια του στόματος)
- τον τυφοειδή πυρετό
- την Ιαπωνική εγκεφαλίτιδα
- την χολέρα
- την λύσσα
- τον μηνιγγόκοκκο
- τον κίτρινο πυρετό.
Οι εξατομικευμένες απαιτήσεις επιβεβαιώνονται με την αναζήτηση πληροφοριών σε ενημερωμένα εγχειρίδια.
Το αεροπορικό ταξίδι
Ο εικοσιτετράωρος ρυθμός είναι ο καθημερινός ρυθμός του σώματος, που συγχρονίζεται με την διαδοχή ημέρας και νύχτας. Ο έλεγχος που ασκεί το βιολογικό μας ρολόι στα οργανικά και ψυχολογικά συστήματα του σώματός μας, επηρεάζει πολλές παραμέτρους της αθλητικής απόδοσης, διαφοροποιώντας καθημερινά παράγοντες, όπως είναι η ελαστικότητα, η έκλυση δύναμης και η μυική δύναμη.
Το ταξίδι σε περιοχές που ανήκουν σε διαφορετικές ζώνες ώρας μπορεί να αποσυντονίσει αυτό τον ρυθμό του σώματός μας, προκαλώντας την εικοσιτετράωρη δυσρυθμία ή “jet lag”. Η σοβαρότητα του jet lag είναι ευθέως ανάλογη του αριθμού των διασχισμένων ζωνών ώρας, και επιτείνεται όταν το ταξίδι είναι προς τα ανατολικά. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν την διαταραχή του μοντέλου του ύπνου, τις γαστρεντερικές διαταραχές, τους πονοκεφάλους και την γενική αδιαθεσία. Έχει υπολογιστεί ότι απαιτείται μία μέρα προσαρμογής για κάθε διασχισμένη ζώνη ώρας.
Μία σειρά απλών στρατηγικών μπορεί να βοηθήσει στον περιορισμό των συμπτωμάτων:
- Η προσαρμογή του μοντέλου του ύπνου, ανάλογα με την ζώνη της ώρας που ανήκει η περιοχή προορισμού, λίγες μέρες πριν την αναχώρηση.
- Ο καλός ύπνος το βράδυ πριν την αναχώρηση.
- Η ελαχιστοποίηση του χρόνου που απαιτείται για τις μετακινήσεις, με τον κατάλληλο προγραμματισμό της πτήσης.
- Η ρύθμιση του ρολογιού στην τοπική ώρα της περιοχής προορισμού, κατά την διάρκεια της πτήσης.
- Η χρήση τεχνικών χαλάρωσης, ωτοασπίδων και καλυμμάτων για τα μάτια, για την υποβοήθηση του ύπνου κατά την διάρκεια και μετά την πτήση.
Μετά από ταξίδια προς τα δυτικά ή προς τα ανατολικά, συνιστάται ο προγραμματισμός των αγώνων σε πρωινή ή απογευματινή ώρα, αντιστοίχως, με στόχο την βελτιστοποίηση της απόδοσης, λαμβάνοντας το πλεονέκτημα της εικοσιτετράωρης καθυστέρησης. Άλλοι τρόποι ελαχιστοποίησης του jet lag είναι η αποφυγή κατανάλωσης αλκοόλ, η κίνηση μέσα στην καμπίνα του αεροσκάφους και η προσεκτική κατανάλωση υγρών και φαγητών. Επίσης, για την υποβοήθηση της επαναφοράς των βιολογικών ρυθμών, μετά το ταξίδι, προτείνεται η κατανάλωση ενός πρωινού γεύματος υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεϊνες και ενός βραδινού γεύματος χαμηλής περιεκτικότητας σε πρωτεϊνες/υψηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες.
Η λήψη μελατονίνης ή κάποιου υπνωτικού φαρμάκου βραχείας διάρκειας (π.χ. τεμαζεπάμη) μπορεί να βοηθήσει στον ύπνο του αθλητή και, επομένως, να επισπεύσει την επάνοδο του εικοσιτετράωρου ρυθμού. Η μελατονίνη είναι ένα πεπτίδιο που εκκρίνεται από την υπόφυση και βοηθάει στον ύπνο σε συνθήκες χαμηλού φυσικού φωτισμού. Παρότι έχει αποδειχθεί ότι ελαττώνει τα υποκειμενικά συμπτώματα του jet lag όταν λαμβάνεται πριν και μετά από το αεροπορικό ταξίδι, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην λήψη της, για να μην αποσυντονιστεί περαιτέρω ο εικοσιτετράωρος ρυθμός του σώματος. Εξαιτίας των απρόβλεπτων επιπτώσεων σε κάθε οργανισμό και της πιθανότητας παρατεταμένης υπνηλίας, η Ιατρική Επιτροπή της Βρετανικής Ολυμπιακής Ένωσης αντιτίθεται στην λήψη υπνωτικών φαρμάκων ή μελατονίνης σε διεθνή ταξίδια. Σε καμία περίπτωση πάντως, αυτά τα φάρμακα δεν θα πρέπει να ληφθούν για πρώτη φορά πριν από κάποιο σημαντικό αγώνα.
Κατά την άφιξη στον τόπο προορισμού, θα πρέπει να αξιολογείται ο κίνδυνος μόλυνσης, ανάλογα με το επίπεδο υγιεινής των εγκαταστάσεων και τα μολυσμένα έντομα της περιοχής. Με την παραμικρή αμφιβολία για την πηγή του παρεχόμενου νερού, επιβάλλεται η χρήση σφραγισμένου, εμφιαλωμένου νερού για την πόση και για την υγιεινή του στόματος. Αντιστοίχως, θα πρέπει να αποφεύγονται τα παγάκια και τα λαχανικά ή άλλες τροφές που πλένονται με το νερό της βρύσης. Γενικώς, θα πρέπει να ακολουθείται ο κανόνας “το ψήνω, το ξεφλουδίζω ή το αφήνω”. Όλα τα ποτήρια ή δοχεία που χρησιμοποιούνται, ιδίως για την κατανάλωση των αθλητικών ροφημάτων, θα πρέπει να ξεπλένονται συχνά με εμφιαλωμένο νερό και με μία βούρτσα.
Τα κουνούπια δεν ευθύνονται μόνο για την μετάδοση παρασίτων που προκαλούν την ελονοσία, αλλά και για την μετάδοση ιών εγκεφαλίτιδας, που μπορεί να προκαλέσουν δάγγειο πυρετό, κίτρινο πυρετό και ιαπωνική εγκεφαλίτιδα. Στις περιοχές υψηλού κινδύνου, συνιστάται ο ανοιχτόχρωμος, μακρυμάνικος ρουχισμός, η χρήση εντομοαπωθητικών και η τοποθέτηση κουνουπιέρας στο κρεβάτι. Τα προφυλακτικά μέτρα για την ελονοσία ποικίλλουν, ανάλογα με την τοποθεσία, την διάρκεια της διαμονής και το ατομικό ιατρικό ιστορικό.
Ο εγκλιματισμός στα θερμά κλίματα μπορεί να διαρκέσει μέχρι και δύο εβδομάδες, επομένως, έως ότου να επιτευχθεί, μπορεί ήδη να έχει επιβαρρυνθεί η απόδοση του αθλητή. Η έκταση και η ένταση της προπόνησης θα πρέπει να είναι μειωμένες κατά την άφιξη, με προοδευτική αύξηση τις επόμενες δύο εβδομάδες, ενώ η ώρα της προπόνησης θα πρέπει προοδευτικά να μετακινείται από τις ψυχρότερες προς τις θερμότερες ώρες της ημέρας. Η πρόσληψη υγρών θα πρέπει να είναι αυξημένη, και, συγκεκριμένα, θα πρέπει να υπάρχει καταγραφή του σωματικού βάρους και του όγκου των ούρων, ώστε να καθορίζεται η επαρκής αναπλήρωση των υγρών. Επίσης, για να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα των θερμοπληκτικών κρουσμάτων, συνιστώνται ανοιχτόχρωμα ρούχα χαλαρής εφαρμογής και αντιηλιακή προστασία.
Μία παρόμοια περίοδος εγκλιματισμού απαιτείται όταν οι αθλητές πρέπει να ταξιδέψουν από το επίπεδο της θάλασσας σε μία περιοχή με υψόμετρο.
Κατά την επιστροφή από διεθνή ταξίδια της ομάδας, θα πρέπει να συντάσσεται λεπτομερής και σαφής αναφορά στην διοίκησης της ομάδας, με αξιολόγηση όλων των παραμέτρων του ταξιδιού, χωρίς βέβαια να θίγεται η εμπιστευτικότητα οποιουδήποτε μέλους της ομάδας. Οι ιατρικές αναφορές όλων των αθλητών που χρειάστηκαν φροντίδα πρέπει να προωθούνται στον κατάλληλο γενικό γιατρό ή παθολόγο.
Η ιατρική τσάντα
Τα περιεχόμενα της ιατρικής τσάντας του αθλιάτρου εξαρτώνται από την φύση του αθλήματος, την διαθεσιμότητα επικουρικών ιατρικών υπηρεσιών και τον αριθμό των αθλητών. Γενικός κανόνας είναι να μην περιλαμβάνονται απαγορευμένες ουσίες, για να αποφευχθεί η τυχαία ή ακατάλληλη χρήση τους. Κατά την διάρκεια αγώνων, απαιτείται πάντα ένα μικρό κουτί πρώτων βοηθειών, με κάποια βασικά περιεχόμενα.
Ακολούθως, γίνεται μία προσπάθεια κατηγοριοποίησης των περιεχομένων μίας ιατρικής τσάντας, χωρίς όμως να πρέπει να θεωρηθεί αποκλειστικός οδηγός.
1) Ο εξοπλισμός για την επείγουσα φροντίδα
- Σκληρό αυχενικό κολλάρο, σε διάφορες διαστάσεις
- Συσκευές για τους αεραγωγούς (στοματοφαρυγγική, ρινοφαρυγγική)
- Υλικά για ενδοφλέβια χορήγηση ορού ή φαρμάκων
- Εξοπλισμός καρδιακής αναζωογόνησης (αυτόματος εξωτερικός απινιδωτής - AED)
- Σανίδα υποστήριξης της σπονδυλικής στήλης
- Φάρμακα για τα επείγοντα περιστατικά
2) Φάρμακα
- Ανώτερη αναπνευστική οδός (URT):
- αποσυμφορητικά
- φάρμακα για το άσθμα
- σταγόνες για τα αυτιά
- ρινικές σταγόνες
- φαρυγγικά σπρέυ/παστίλιες
- Οφθαλμικές σταγόνες:
- αντιβιοτικές, αναισθητικές, αντιισταμινικές, φυσικά δάκρυα
- Αντιβιοτικά (διάφορα, ευρέως φάσματος)
- Γαστρεντερικά:
- αντιδιαρροϊκά
- καθαρτικά
- αντισπασμωδικά
- αντιόξινα
- αντιεμετικά
- Καρδιαγγειακά:
- φάρμακα για επείγουσες περιπτώσεις
- σπρέυ νιτρογλυκερίνης
- Αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη:
- παρακεταμόλη
- κωδεϊνη
- ΜΣΑΦ
- Κορτιζόνη (ενέσιμη)
- Τοπικό αναισθητικό βραχείας και μακράς δράσης (ενέσιμο)
- Δερματικές κρέμες (κορτιζονούχες, αντιισταμινικές, αντιβιοτικές, αντιηλιακής προστασίας)
3) Υλικά για χειρουργικά ράμματα
- συμπεριλαμβάνονται τα τοπικά αναισθητικά (με και χωρίς αδρεναλίνη)
- αποστειρωμένες ταινίες
4) Δοχείο αποδέσμευσης αιχμηρών αντικειμένων
5) Διάφορες σύριγγες, βελόνες
6) Επίδεσμοι (στεγνοί, υγροί, αντικολλητικοί)
7) Οινόπνευμα, Betadine
8) Ιατρικός εξοπλισμός
- Ωτοσκόπιο/οφθαλμοσκόπιο
- Πιεσόμετρο
- Στηθοσκόπιο
- Καθρέφτης
- Θερμόμετρο
- Μετρητής σακχάρου
- Νεφελοποιητής
- Καταγραφέας της μέγιστης εκπνευστικής ροής (σπιρόμετρο)
9) Οδοντικά εργαλεία
10) Παγοκύστες
11) Γάντια, αποστειρωμένα και μη
12) Διάφορες ταινίες – tapes
13) Σημειωματάριο, συνταγολόγιο.
Συχνές ιατρικές καταστάσεις
Το άσθμα και ο αθλητής
Εμφάνιση
Το άσθμα αποτελεί μία συχνή πάθηση, που πλήττει περίπου το 10% του πληθυσμού. Τα εμφανιζόμενα συμπτώματα περιλαμβάνουν τον διακοπτόμενο συριγμό, την ρηχή αναπνοή, το αίσθημα σφιξίματος στο στήθος και τον εμμένοντα βήχα. Το άσθμα μπορεί να κατηγοριοποιηθεί στο αλλεργικό, το κανονικό και το ασκησιογενές. Το ασκησιογενές άσθμα (ΕΙΑ) χαρακτηρίζεται από συμπτώματα κατά την διάρκεια ή μετά από την άσκηση και, παρότι περίπου το 80% των πραγματικά ασθματικών θα εμφανίσουν τα συμπτώματα του ΕΙΑ, μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε, κατά τα άλλα, υγιή άτομα.
Το ΕΙΑ αναφέρεται στην παροδική μείωση της διαμέτρου των αεραγωγών, που παρατηρείται μετά από περίπου 6-8 λεπτά σωματικής δραστηριότητας μέτριας έντασης. Η εμφάνισή του, συνήθως, περιορίζει την απόδοση και παρατείνει την επαναφορά στην ηρεμία, μετά από την άσκηση. Αυτή η πάθηση εμφανίζεται όλο και πιο συχνά, αλλά πολλές φορές ο πάσχων αθλητής δεν την αναγνωρίζει – υπολογίζεται ότι περίπου το 23% των αθλητών που λαμβάνουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες πάσχει από ΕΙΑ.
Καθώς ο πιο συνήθης ερεθιστικός παράγοντας είναι η συνεχής άσκηση σε κρύο και ξηρό αέρα, τα αθλήματα που συχνότερα σχετίζονται με το ΕΙΑ είναι το τρέξιμο, το χειμερινό σκι και το πατινάζ στον πάγο. Τα υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής μόλυνσης ή αλλεργιογόνων αποτελούν επιβαρρυντικούς παράγοντες.
Προκειμένου να εξηγηθεί αυτός ο παροδικός βρογχόσπασμος μετά από την άσκηση, έχουν διατυπωθεί δύο υποθετικές θεωρίες. Η πρώτη θεωρία, η οποία τείνει να εγκαταληφθεί, είναι η αποκαλούμενη “θερμική θεωρία”, σύμφωνα με την οποία η αιτία αυτού του φαινομένου είναι η πτώση της θερμοκρασίας των αεραγωγών, που ακολουθείται από ταχεία επαναθέρμανσή τους. Η δεύτερη θεωρία, η ωσμωτική θεωρία, η οποία τείνει να επικρατήσει επιστημονικά, υποστηρίζει ότι η αρχική αφυδάτωση, που ακολουθείται από αύξηση της ωσμωτικής ικανότητας, οδηγεί στην αποκοκκιοποίηση των βασιόφιλων κυττάρων και την απελευθέρωση ενδιάμεσων ουσιών, με αποτέλεσμα την πρόκληση του ΕΙΑ.
Διάγνωση
Η διάγνωση μπορεί να τεθεί με διάφορους τρόπους, ο πιο απλός από τους οποίους είναι μία κλινική δοκιμή με εισπνεόμενο βρογχοδιασταλτικό. Η βελτίωση των συμπτωμάτων και της μέγιστης εκπνευστικής ροής (PEFR) περίπου κατά 15% μετά από την θεραπεία με το βρογχοδιασταλτικό, σε συνδυασμό με ένα ιστορικό που υποδηλώνει άσθμα, προσφέρει μία αρχική διάγνωση. Μία άλλη πρακτική μέθοδος για την διάγνωση είναι η συμμετοχή του αθλητή σε μία δοκιμασία άσκησης, για 10-12 λεπτά, με ένταση λίγο κατώτερη από το αναερόβιο κατώφλι του, και με μέτρηση της PEFR πριν από την άσκηση και 1, 3, 6, 10 και 15 λεπτά μετά το τέλος της άσκησης. Οι διάφορες μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την διάγνωση του ΕΙΑ, περιγράφονται στο Κεφάλαιο 17.
Αντιμετώπιση
Η εκπαίδευση του ασθματικού αθλητή είναι καίριας σημασίας. Εξατομικευμένα “σχέδια δράσης για το άσθμα” θα πρέπει να σχεδιασθούν, για να βοηθήσουν ψυχολογικά και πρακτικά τους αθλητές να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις άσθματος. Ο τακτικός έλεγχος της πνευμονικής λειτουργίας θα επιτρέψει τόσο στον ίδιο τον αθλητή, όσο και στον προπονητή του, να αξιολογήσουν αντικειμενικά την σχέση της πνευμονικής λειτουργίας με την απόδοση. Διάφορες μέθοδοι προσαρμογής στις περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως είναι το τρέξιμο με μάσκα στον κρύο αέρα, η χρήση υγροποιητή κατά το τρέξιμο σε κλειστό χώρο, η αναπνοή από την μύτη και η αποφυγή προπόνησης σε μολυσμένο αέρα, μπορούν να ελαχιστοποιήσουν την σοβαρότητα του ΕΙΑ. Στην πράξη, όμως, συχνά αυτές οι μέθοδοι αποδεικνύονται ανέφικτες. Μία αποτελεσματική και πρακτική μέθοδος για τον περιορισμό των συμπωμάτων είναι η εφαρμογή της “περιόδου της μυικής αδράνειας”, κατά την οποία μία, σταθερής έντασης και παρατεταμένης διάρκειας, προθέρμανση προηγείται της φάσης της άσκησης, επιτρέποντας κατόπιν την εφαρμογή ασκήσεων σχετικά μεγάλης έντασης, χωρίς την αναπαραγωγή των συμπτωμάτων. Με αυτό τον τρόπο, συνήθως μπορούν να πραγματοποιηθούν ασυμπτωματικές συνεδρίες άσκησης, για τις επόμενες 2-4 ώρες. Όμως, και αυτή η μέθοδος φαίνεται να μην λειτουργεί εξίσου ικανοποιητικά σε όλους τους αθλητές, αλλά μόνο στο 50% του συνόλου.
Η φαρμακευτική αντιμετώπιση περιλαμβάνει την λήψη β2 αγωνιστών (σαλβουταμόλη), σε μία ή δύο δόσεις, 15-30 λεπτά πριν από την άσκηση. Όταν απαιτείται παρατεταμένη φαρμακευτική κάλυψη του αθλητή, χρησιμοποιούνται οι β2-αγωνιστές μακράς δράσης (σαλμετερόλη). Πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Αντι-ντόπινγκ (WADA), όσο και η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (IOC), απαιτούν επίσημα αποδεικτικά έγγραφα για την αναγκαιότητα της λήψης των β2-αγωνιστών.
Οι σταθεροποιητές των βασεόφιλων (sodium cromoglycate) και οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της λευκοτριένης είναι επίσης χρήσιμες φαρμακευτικές ουσίες. Η χρήση εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών θα πρέπει να συνεχίζεται, ώστε να ελαχιστοποιείται η φλεγμονή των αεραγωγών στην προσπάθεια αντιμετώπισης του τυπικού άσθματος και του αποφρακτικού ΕΙΑ.
Η τυχόν αποτυχία της θεραπευτικής αντιμετώπισης μπορεί να οφείλεται σε μία ποικιλία παραγόντων, όπως είναι η δοσολογία του φαρμάκου, τα άδεια φυαλίδια και η λανθασμένη τεχνική εισπνοής των φαρμάκων. Η παρατεταμένη αποτυχία ανταπόκρισης του αθλητή στην θεραπεία μπορεί να υποδηλώνει λανθασμένη διάγνωση ή πιθανή δευτερογενή κατάσταση.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση μίας οξείας, σοβαρής κρίσης άσθματος “στο γήπεδο”, συνίσταται στην χορήγηση βρογχοδιασταλτικής θεραπείας (π.χ. σαλβουταμόλη) και στην άμεση διακομιδή του αθλητή σε ιατρικές εγκαταστάσεις. Αν υπάρχει διαθέσιμος νεφελοποιητής ή συσκευή οξυγόνου, μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε, διαφορετικά, η χορήγηση των εισπνεόμενων φαρμάκων μπορεί να επικουρηθεί από την χρήση συσκευών αραίωσης.
Η επιληψία
Εμφάνιση
Η επιληψία χαρακτηρίζεται από περιοδική δραστηριότητα επιληπτικών κρίσεων, ως αποτέλεσμα μη φυσιολογικών ηλεκτρικών κενώσεων στους φλοιώδεις και υποφλοιώδεις νευρώνες του εγκεφάλου. Η πραγματική επιληψία πλήττει έως και το 3% του πληθυσμού, με μεγαλύτερη εμφάνιση πριν από την ηλικία των 30 ετών. Η πλειοψηφία των επιληπτικών κρίσεων είναι ιδιοπαθούς αιτιολογίας, αλλά μπορεί να οφείλονται και σε παθολογικές καταστάσεις, όπως είναι ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, μία λοίμωξη ή ένα νεόπλασμα του κεντρικού νευρικού συστήματος, κάποια μεταβολική διαταραχή, ένα τραύμα κατά τον τοκετό, ή, σπανιότερα, κάποια ανατομική ανωμαλία, όπως συμβαίνει στο σύνδρομο Sturge-Weber.
Οι κρίσεις συχνά επέρχονται μετά από την χαρακτηριστική αύρα, που είναι παρόμοια σε κάθε περίπτωση και μπορεί να είναι, για παράδειγμα, μία περίεργη μυρωδιά ή γεύση. Συνήθη κλινικά σημεία που καταγράφονται μετά από μία επιλεπτική κρίση είναι η νύστα, ο πονοκέφαλος και η κόπωση, αλλά, εκτός από αυτή την φάση αμέσως μετά την κρίση, τα ευρήματα του επιληπτικού ασθενούς είναι απολύτως φυσιολογικά.
Αντιμετώπιση
Έως το 80% των επιληπτικών ασθενών διατηρεί την πάθηση υπό έλεγχο με ένα και μόνο φάρμακο. Όμως, πολλά από τα αντιεπιληπτικά φάρμακα προκαλούν νύστα και οπτικές διαταραχές, επομένως η λίστα των παρενεργειών κάθε φαρμάκου πρέπει να λαμβάνεται προσεκτικά υπόψη πριν την προτροπή του ασθενούς για σωματική άσκηση. Επίσης, παρότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η αποτελεσματικότητα των φαρμάκων επηρεάζεται από την σωματική δραστηριότητα, οι απότομες αλλαγές του σωματικού βάρους ή της αναλογίας των συστατικών του σώματος, που μπορεί να επέλθουν από την προπόνηση, επηρεάζουν τα επίπεδα του ορού του αίματος, τα οποία πρέπει να ελέγχονται τακτικά.
Παρότι η συχνότητα των κρίσεων είναι μειωμένη κατά την διάρκεια σωματικής άσκησης, αυξάνει αμέσως μετά το τέλος της άσκησης. Αυτό το γεγονός φαίνεται να οφείλεται στην αύξηση της συγκέντρωσης του γάμμα-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA) κατά την διάρκεια της άσκησης, το οποίο περιορίζει την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου.
Όταν η επιληψία έχει τεθεί υπό έλεγχο, δεν επηρεάζει την απόδοση ενός αθλητή. Όμως, μετά από μία επιληπτική κρίση (μία φάση που μπορεί να διαρκέσει έως και λίγες ημέρες), η απόδοση μπορεί να επηρεαστεί από την κόπωση και από την μειωμένη εγρήγορση, ισορροπία και συντονιστική ικανότητα του ασθενούς. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, η αντιεπιληπτική αγωγή μπορεί να επηρεάσει την νοητική λειτουργία, την όραση, την συγκέντρωση και τον συντονισμό, στοιχεία απαραίτητα για την άσκηση και την αθλητική απόδοση.
Οι αθλητές που δεν εμφανίζουν επιληπτικές κρίσεις και έχουν υπό φαρμακευτικό έλεγχο την κατάστασή τους, παρουσιάζουν λίγες αντενδείξεις για την άθληση. Όμως, ορισμένα αθλήματα που ενέχουν αντικειμενικό κίνδυνο, μπορεί να πυροδοτήσουν κάποια κρίση, επομένως αντενδείκνυνται για τα επιληπτικά άτομα. Οι απόλυτες αντενδείξεις είναι αθλήματα, όπως είναι η αναρρίχηση, η ελεύθερη κατάδυση, τα πτητικά αθλήματα, η πτώση με ανεμόπτερο, η πτώση με αλεξίπτωτο, η σκοποβολή, η τοξοβολία και το μποξ. Οι σχετικές αντενδείξεις περιλαμβάνουν την κολύμβηση και τα αθλήματα στο νερό, το σκι εκτός πίστας (cross-country skiing), το ταξίδι με σακίδιο πλάτης (backpacking), την ποδηλασία, το πατινάζ, την ιππασία, την ενόργανη γυμναστική, τους αγώνες με μοτοσικλέτες και πολλά από τα αθλήματα επαφής.
Επιπλέον, ιδίως σε έντονα ανταγωνιστικά αθλήματα, ο οργανισμός του αθλητή μπορεί να οδηγηθεί σε ακραίες βιοχημικές συνθήκες, με τον κίνδυνο πυροδότησης κάποιας επιληπτικής δραστηριότητας (π.χ. κόπωση, έλλειψη ύπνου, υποξία, υπονατριαιμία, υπερθερμία, υπογλυκαιμία), επομένως αυτές οι καταστάσεις θα πρέπει να περιορίζονται κατά το δυνατόν.
Η διάσειση
Η διάσειση ορίζεται ως «ένα κλινικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από άμεση και παροδική μετα-τραυματική βλάβη της νευρικής λειτουργίας, προκαλώντας διαταραχή της συνείδησης, διαταραχή της όρασης και/ή της ισορροπίας». Οι σημαντικότερες λέξεις σε αυτόν τον ορισμό είναι «άμεση» και «παροδική», δηλαδή τα συμπτώματα και τα κλινικά σημεία της διάσεισης δεν είναι ούτε καθυστερημένα, ούτε εμμένοντα.
Τα τελευταία χρόνια, έχει αυξηθεί η χρήση προστατευτικού εξοπλισμού για την κεφαλή και το στόμα, προκειμένου να προληφθούν οι τραυματισμοί της κεφαλής, που αποτελούν σύνηθες φαινόμενο στα αθλήματα επαφής. Όμως, αποδείχθηκε ότι ο κίνδυνος μίας διάσεισης είναι δύσκολο να μειωθεί με την χρήση αυτού του, εμπορικά εύκολα προσβάσιμου, εξοπλισμού. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ερευνητική αποκάλυψη ότι οι αθλητές που φορούν προστατευτικά κεφαλής νιώθουν πολύ ασφαλείς και παίζουν πιο επιθετικά. Όσον αφορά τα προστατευτικά στόματος, αυτά έχουν μάλλον προστατευτική δράση για τα δόντια του αθλητή, παρά για την αποφυγή διάσεισης. Επομένως, καθίσταται σαφές ότι η καλύτερη πρόληψη της διάσεισης και των τραυματισμών της κεφαλής επιτυγχάνεται μέσω της σωστής εκπαίδευσης και της εφαρμογής των κατάλληλων κανόνων για την πρόληψη του επικίνδυνου παιχνιδιού.
Διάγνωση
Μετά από έναν τραυματισμό της κεφαλής μπορεί να προκληθεί μία σειρά καταστάσεων, όπως είναι η απώλεια της συνείδησης, η διαταραχή της μνήμης, η κεφαλαλγία, η ναυτία, ο μειωμένος συντονισμός, η ζαλάδα, η θολότητα της όρασης/διπλωπία και η σύγχυση. Επιπλέον, ο αθλητής μπορεί να εμφανίσει κενό βλέμμα, και καθυστερημένες λεκτικές και κινητικές αποκρίσεις. Η απώλεια της συνείδησης δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στην διάσειση, και το μόνο παθογνωμικό σύμπτωμα της κατάστασης είναι η διαταραχή της μνήμης.
Στην προσπάθεια επίτευξης της διάγνωσης, έχει αποδειχθεί ότι ο πιο βέβαιος τρόπος είναι η αξιολόγηση της πρόσφατης μνήμης του αθλητή μέσα από μία σειρά ερωτήσεων και όχι η προσπάθεια ανάκλησης της μακροπρόθεσμης μνήμης του. Παραδείγματα ερωτήσεων που τίθενται στον αθλητή στην προσπάθεια της διάγνωσης είναι τα εξής:
- Σε ποιό γήπεδο είμαστε;
- Σε ποιό τέταρτο/ημίχρονο είμαστε;
- Πόσος χρόνος περίπου έχει περάσει στο ημίχρονο που είμαστε;
- Ποιά ομάδα σκόραρε τελευταία;
- Με ποιά ομάδα παίξαμε την προηγούμενη εβδομάδα;
- Νικήσαμε στο παιχνίδι της προηγούμενης εβδομάδας;
- Τα “διαδοχικά εφτάρια” (μετράμε αντίστροφα από το 100, ανά 7 αριθμούς).
Η αξιολόγηση της σοβαρότητας της διάσεισης έχει καθιερωθεί να περιλαμβάνει την μέτρηση της διάρκειας της μετα-τραυματικής αμνησίας και της απώλειας της συνείδησης (π.χ. τα συστήματα αξιολόγησης Cantu και Colorado), όμως η αξιοπιστία αυτής της μεθόδου είναι αμφισβητήσιμη, καθώς στηρίζεται σε ανεπαρκείς ερευνητικές αποδείξεις.
Η αξιολόγηση της διάσεισης στον αγωνιστικό χώρο πρέπει να περιλαμβάνει την παροχή των πρώτων βοηθειών στον αθλητή και την προσεκτική αρχική διερεύνηση για την ύπαρξη συνοδών τραυματισμών, π.χ. στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης (βλέπε το Κεφάλαιο 2).
Αντιμετώπιση
Μόλις ο αθλητής σταθεροποιηθεί και μετακινηθεί από τον αγωνιστικό χώρο, η αξιολόγηση θα πρέπει να συνεχισθεί στο ήσυχο περιβάλλον των αποδυτηρίων. Λαμβάνεται λεπτομερές ιστορικό και διενεργείται προσεκτική νευρολογική αξιολόγηση, μαζί με την συνεχή αξιολόγηση της λειτουργίας της πρόσφατης μνήμης. Αν κάποιος αθλητής έχει συμπτώματα ή κλινικά σημεία διάσεισης, δεν θα πρέπει να του επιτραπεί η επιστροφή στον αγωνιστικό χώρο, θα πρέπει να μην μείνει καθόλου μόνος του, και να αξιολογείται τακτικά από το ιατρικό προσωπικό.
Κάποιες περιπτώσεις απαιτούν επιπρόσθετη προσοχή, όπως για παράδειγμα, η διάσειση σε παιδιά ή εφήβους, καθώς σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο διάχυτου εγκεφαλικού οιδήματος, κατάσταση γνωστή ως το σύνδρομο του δεύτερου κτυπήματος (second impact syndrome) (να σημειωθεί ότι ο περιορισμένος αριθμός περιστατικών καθιστά αμφισβητήσιμη ακόμα και την ύπαρξη αυτής της διάγνωσης). Επίσης, η επείγουσα διακομιδή του αθλητή απαιτείται σε περιπτώσεις διάσεισης με υποψία κατάγματος της αυχενικής μοίρας, με εστιακά νευρολογικά σημεία, παρατεταμένη απώλεια της συνείδησης ή σύγχυση, ή με βεβαρημένο ιατρικό ιστορικό. Η αποδέσμευση του ασθενούς από το νοσοκομείο επιτρέπεται αποκλειστικά υπό την επίβλεψη ενός ενήλικα, ο οποίος λαμβάνει σαφείς οδηγίες για την αντιμετώπιση τυχόν επιδείνωσης των συμπτωμάτων.
Οι συνήθως εφαρμοζόμενες κατευθυντήριες γραμμές για την επιστροφή του αθλητή στην αγωνιστική δράση, βασίζονται στα συστήματα βαθμολόγησης της σοβαρότητας του τραυματισμού, αν και πολλά από αυτά τα συστήματα δεν υποστηρίζονται επαρκώς ερευνητικά. Τα υποχρεωτικά κριτήρια αποκλεισμού του αθλητή, βάσει μόνο της βαθμολογίας του τραυματισμού του, είναι τουλάχιστον επικίνδυνα, καθώς οδηγούν στην ιδιαιτέρως επιεική καταγραφή μίας άσχημης κατάστασης ή στην πρώιμη επιστροφή ενός «ήπιου» περιστατικού. Τις μέρες που έπονται μίας διάσεισης, πρέπει να πραγματοποιείται τακτική αξιολόγηση των συμπτωμάτων, καθώς και της γενικής και νευροψυχολογικής κατάστασης του αθλητή. Τα τελευταία χρόνια, διάφορα συστήματα αξιολόγησης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο, ιδιαιτέρως στον επαγγελματικό αθλητισμό. Όταν ο αθλητής δεν εμφανίζει συμπτώματα στην ηρεμία και τα νευροψυχολογικά αποτελέσματα έχουν επανέλθει στα φυσιολογικά επίπεδα, μπορεί να κάνει ήπιες, αεροβικές ασκήσεις. Εφόσον ανταπεξέλθει χωρίς την επανεμφάνιση των συμπτωμάτων, επιτρέπεται στον αθλητή να συμμετάσχει προοδευτικά σε ασκήσεις χωρίς επαφή, κατόπιν στην προπόνηση με επαφή και, τελικώς, να επιστρέψει στην αγωνιστική δράση. Η εμμονή ή η επιδείνωση των συμπτωμάτων σε οποιαδήποτε από αυτές τις φάσεις επανένταξης του αθλητή, υπαγορεύει την ανάγκη περαιτέρω αξιολόγησης από ένα νευρολόγο ή αθλίατρο.
Οι απεικονιστικές εξετάσεις στον αθλητισμό
Εισαγωγή
Η απεικόνιση του τραυματία που ασχολείται με τον αθλητισμό, είτε σε ψυχαγωγικό, είτε σε (ημι)επαγγελματικό επίπεδο, δεν μπορεί να αξιολογηθεί μεμονωμένα, καθώς απαιτεί εκτενή συζήτηση μεταξύ του αθλιάτρου και του ακτινολόγου, όχι μόνο για την ορθότερη ερμηνεία των εικόνων, αλλά και για την επιλογή της καλύτερης απεικονιστικής μεθόδου, κατά περίπτωση. Κάθε κλινικός δεν θα πρέπει να ξεχνάει ότι η ορθή επιλογή του απεικονιστικού μέσου (ακόμα και της επιμέρους τεχνικής του κάθε μέσου) αποτελεί σημαντικότατη παράμετρο της διάγνωσης.
Οι απεικονιστικές μέθοδοι έχουν εξελιχθεί από την απλή, αλλά πρωτοποριακή, ακτινογραφία, που πρωτοεισήχθηκε από τον W.G. Roentgen το 1896, σε μία εκτενή λίστα εξετάσεων. Άλλες μέθοδοι απαιτούν ιονίζουσα ακτινοβολία (απλές ακτινογραφίες, αξονική τομογραφία, σπινθηρογράφημα οστού) και άλλες χρησιμοποιούν εναλλακτικές μεθόδους (υπερηχογράφημα, μαγνητική τομογραφία). Υπερσύγχρονα μηχανήματα επιτρέπουν την λήψη υπερηχογραφήματος υψηλής ανάλυσης (ακόμα και για την αξιολόγηση της αιματικής ροής), καθώς και λειτουργικής και δυναμικής μαγνητικής τομογραφίας. Αυτή η πληθώρα απεικονιστικών επιλογών συνηγορεί στην αρχική δήλωση ότι απαιτείται επικοινωνία μεταξύ του γιατρού και του ακτινολόγου, για την επιλογή της καλύτερης μεθόδου.
Οι απεικονιστικές μέθοδοι
Η απλή ακτινογραφία
Οι απλές ακτινογραφίες λαμβάνονται με την τοποθέτηση της περιοχής ανάμεσα σε μία πηγή ακτίνων Χ και της φωτογραφικής πλάκας. Οι διάφοροι ιστοί του σώματος απορροφούν σε διαφορετικό ποσοστό την ακτινοβολία Χ, οπότε απεικονίζονται με διαφορετικούς τόνους σκιαγράφησης. Παρότι, τα τελευταία χρόνια, τα ακτινολογικά φιλμ έχουν αντικατασταθεί από ψηφιακά, η αρχή παραμένει η ίδια για περισσότερο από εκατό χρόνια.
Οι απλές ακτινογραφίες προτιμούνται για την διερεύνηση οστικής παθολογίας - κατάγματα και εξαρθρήματα (Εικ. 10.1α) ή συγγενείς ανωμαλίες (πχ. συνοστέωση) -, αλλά υστερούν στην διερεύνηση των κακώσεων των μαλακών ιστών. Επιπλέον, στις απλές ακτινογραφίες δεν δίνονται τρισδιάστατες πληροφορίες (3D), απαιτώντας συχνά πολλές λήψεις υπό διαφορετικές γωνίες.
Η ακτινοσκόπηση (fluoroscopy) είναι μία τεχνική που χρησιμοποιεί συνεχόμενες απλές ακτινογραφίες, επιτρέποντας την αξιολόγηση κινούμενων δομών και τον έλεγχο της ακεραιότητας των αρθρώσεων, στην ηρεμία και υπό τάση (πχ. για την αξιολόγηση της αστάθειας του καρπού). Η απεικόνιση των ενδοαρθρικών δομών με την ακτινοσκόπηση, πραγματοποιείται με την έγχυση ιωδίου, μία τεχνική που έχει ευρέως αντικατασταθεί από την αξονική ή μαγνητική αρθρογραφία, και χρησιμοποιείται μόνο για την καθοδήγηση της βελόνας.
Η αξονική τομογραφία (CT)
Η αξονική τομογραφία, η οποία αναπτύχθηκε την δεκαετία του 1970, βασίζεται στην τεχνολογία των ακτινογραφιών, αλλά χρησιμοποιεί περιστρεφόμενη πηγή ακτινοβολίας Χ και λαμβάνει πολλαπλές τομές. Συγκριτικά με την απλή ακτινογραφία, παρέχει περισσότερες τρισδιάστατες πληροφορίες (Εικ. 10.1β). Η εξέλιξη της CT (αξονική πολλαπλών τομών - multislice CT) προσφέρει τρισδιάστατη αναδόμηση, η οποία είναι πολύ χρήσιμη πριν το χειρουργείο αναδόμησης των περίπλοκων συντριπτικών καταγμάτων, αλλά και για την αξιολόγηση δομών, όπως είναι το ισχίο, το κνημιαίο πλατώ και η ποδοκνημική.
Το σπινθηρογράφημα των οστών
Το σπινθηρογράφημα των οστών γίνεται με την έγχυση ραδιενεργών ενώσεων μέσα στο σώμα (συχνότερα χρησιμοποιείται το σύμπλεγμα τεχνητίου 99 – μεθυλενιοδιφωσφονικού οξέος). Η ραδιενεργή ουσία συσσωρεύεται σε περιοχές με οστεοκλαστική δραστηριότητα, καταδεικνύοντας την ενεργή αποδιοργάνωση του οστού. Είναι μία μέθοδος υψηλής ευαισθησίας για τα κατάγματα (κοπώσεως), ενώ η τομογραφία εκπομπής απλού φωτονίου (SPECT) επιτρέπει την τρισδιάστατη απεικόνιση της περιοχής ενδιαφέροντος, και είναι πολύ χρήσιμη για την αξιολόγηση της κνήμης, των αρθρώσεων του καρπού ή πιθανής σπονδυλικής παθολογίας, όπως είναι η σπονδυλόλυση. Παρόλα αυτά, η αξονική και η μαγνητική τομογραφία εξελίσσονται συνεχώς και αρχίζουν να παραγκωνίζουν αυτή την μέθοδο, λόγω της καλύτερης εξειδίκευσής τους και της εξαιρετικής ευαισθησίας τους.
Το υπερηχογράφημα (US)
Το υπερηχογράφημα έχει τα πλεονεκτήματα του χαμηλού κόστους, της εύκολης πρόσβασης και της δυναμικής αξιολόγησης, αλλά το αποτέλεσμα εξαρτάται από τον χειριστή του μηχανήματος σε μεγαλύτερο βαθμό από τις άλλες μεθόδους. Υπερηχητικά κύματα συχνότητας μεταξύ 2 και 12 MHz στοχεύουν τους ιστούς και η αντανάκλασή τους πίσω στην συσκευή καταγράφονται, και οπτικοποιούνται στην οθόνη του υπολογιστή. Η αντανάκλαση της υπερηχητικής δέσμης εξαρτάται τόσο από την επιφάνεια πρόσκρουσης, όσο και από την φύση του ιστού (Εικ. 10.2).
Το ενδιαφέρον για αυτή την απεικονιστική μέθοδο έχει αναθερμανθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω της ανάπτυξης του έγχρωμου Doppler για την απεικόνιση της αιματικής ροής, αλλά και της επονομαζόμενης αρμονικής ιστικής απεικόνισης. Επίσης, υπάρχουν φορητοί υπερηχογράφοι, γεγονός που διευκολύνει το έργο των αθλιάτρων στα ιατρεία τους. Όμως, αυτές οι συσκευές πρέπει να χρησιμοποιούνται από εκπαιδευμένους κλινικούς, που να γνωρίζουν τα διαγνωστικά τους όρια (ιδίως όταν ο εξεταζόμενος ιστός είναι εν τω βάθει).
Η μαγνητική τομογραφία (MRI)
Η μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιεί ένα συνδυασμό ακτινοβολίας και ισχυρού μαγνητικού πεδίου, για την δημιουργία εικόνων. Οι περισσότεροι μαγνητικοί τομογράφοι αποτελούνται από έναν μαγνήτη 1,5 Τ και ο ασθενής τοποθετείται σε οριζόντια θέση. Τα τελευταία χρόνια, η εξέλιξή τους είναι ραγδαία, καθώς χρησιμοποιούνται ανοιχτοί ή κάθετοι μαγνητικοί τομογράφοι, γεγονός που αυξάνει ακόμα περισσότερο τον (ήδη μεγάλο) αντίκτυπό τους στην ιατρική διαγνωστική. Έχουν αποδειχθεί ιδιαιτέρως χρήσιμοι για την διάγνωση διαφόρων καταστάσεων, ιδίως των ενδοαρθρικών κακώσεων, π.χ. του γόνατος, όπως φαίνεται και στην Εικ. 10.3.
Οι οξείες κακώσεις
Τα κατάγματα/εξαρθρήματα
Τα κατάγματα και τα εξαρθρήματα είναι πολύ συχνά, ιδίως στα αθλήματα επαφής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης, καθώς η λανθασμένη διάγνωση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ακεραιότητα του νωτιαίου μυελού. Τα περισσότερα κατάγματα ανιχνεύονται με απλές ακτινογραφίες, αν και οι πιο περίπλοκες κακώσεις απαιτούν αξονική τομογραφία, για πιο λεπτομερή απεικόνιση (Εικ. 10.1β). Η μαγνητική τομογραφία, συνήθως, απαιτείται σε σπονδυλικά κατάγματα, ιδίως σε υποψία συνοδούς βλάβης του νωτιαίου μυελού ή των νευρικών ριζών.
Μία μικρή κατηγορία καταγμάτων μπορεί να απεικονιστεί με σπινθηρογράφημα οστών, για παράδειγμα σε υποψία κατάγματος των οσταρίων του καρπού, τα οποία μπορούν να ακινητοποιηθούν για τουλάχιστον 72 ώρες, αυτό το χρονικό διάστημα αρκεί για την επιβεβαίωση ή όχι του κατάγματος, μέσω του σπινθηρογραφήματος. Όπως σημειώθηκε ανωτέρω, αυτή η τεχνική τείνει να αντικατασταθεί από την μαγνητική και/ή την αξονική τομογραφία, λόγω της πιο άμεσης έκδοσης των αποτελεσμάτων τους.
Οι μυικές κακώσεις
Οι περισσότερες μυικές κακώσεις μπορούν να απεικονιστούν επαρκώς με υπερηχογράφημα τόσο για να κατηγοριοποιηθούν βάσει της σοβαρότητάς τους μέσω της απεικόνισης των ρηγμένων ινών και του πιθανού αιματώματος, όσο και για να παρακολουθηθεί η επούλωσή τους. Η σοβαρή επιπλοκή της οστεοποιούς μυίτιδας (και γενικώς οι αποτιτανώσεις) ανιχνεύεται πιο εύκολα και πιο έγκαιρα με το υπερηχογράφημα, σε σχέση με την ακτινογραφία ή την αξονική τομογραφία, ενώ η μαγνητική έχει μειωμένη ευαισθησία σε αυτές τις περιπτώσεις.
Όταν οι μυικοί τραυματισμοί είναι πιο περίπλοκοι ή σε παρουσία συνοδών κακώσεων σε άλλες δομές, προτιμάται η μαγνητική τομογραφία (Εικ. 10.4), αν και, για παράδειγμα στις περιπτώσεις με συνοδές κακώσεις στα οστά, όπως συμβαίνει συχνά στην βουβωνική περιοχή, μπορεί να γίνει συμπληρωματική απεικόνιση με υπερηχογράφημα.
Οι τενόντιες κακώσεις
Οι περισσότερες τενόντιες κακώσεις, όπως είναι ο απλός τραυματισμός του πετάλου των στροφέων, απεικονίζονται καλύτερα με υπερηχογράφημα. Επίσης, χρησιμοποιείται δυναμική εξέταση για περιπτώσεις, όπως είναι η απεικόνιση της αλλαγής της θέσης του τένοντα μετά από ρήξη των καθεκτικών συνδέσμων του προσφυόμενου οστού.
Η μαγνητική τομογραφία προτιμάται σε περιπτώσεις περίπλοκων τραυματισμών γύρω από αρθρώσεις ή μέσα στην πύελο ή στον ώμο, ιδίως σε υποψία συνοδών κακώσεων.
Οι συνδεσμικές κακώσεις
Η αξιολόγηση κακώσεων σε επιφανειακούς συνδέσμους, όπως είναι οι σύνδεσμοι της ποδοκνημικής, της πηχεοκαρπικής και οι πλάγιοι του γόνατος, γίνεται με υπερηχογράφημα. Οι ενδοαρθρικές συνδεσμικές κακώσεις, που σχετίζονται συχνά με άλλες παθολογίες, απεικονίζονται καλύτερα με την μαγνητική τομογραφία (Εικ. 10.3).
Οι ενδοαρθρικές κακώσεις
Οι ενδοαρθρικές κακώσεις, που εμφανίζονται συνηθέστερα στον ώμο, το ισχίο και το γόνατο, απεικονίζονται καλύτερα με την μαγνητική τομογραφία.
Η μαγνητική αρθρογραφία, μία τεχνική που περιλαμβάνει την ενδοαρθρική έγχυση διαλυμένου γαδολίνιου (μέσω ακτινοσκόπησης), απεικονίζει άριστα την ρήξη του επιχείλιου χόνδρου τόσο του ώμου, όσο και του ισχίου.
Η άρθρωση του γόνατος και οι δομές της, όπως είναι οι μηνίσκοι και οι σύνδεσμοι, απεικονίζονται επαρκώς χωρίς την ανάγκη έγχυσης ενισχυτικού (Εικ. 10.3).
Οι χρόνιες κακώσεις (υπέρχρησης)
Τα κατάγματα κοπώσεως, που συνήθως εμφανίζονται στην κνήμη ή στα οστά του άκρου ποδός (π.χ. σκαφοειδές, μετατάρσια), απεικονίζονται άριστα με την μαγνητική τομογραφία, ακόμα και στο πρώιμο στάδιο του οστικού οιδήματος (που συχνά καλείται μικροδοκιδικό κάταγμα), μέχρι και την εξέλιξή τους σε πλήρες, φλοιώδες κάταγμα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η διάγνωση της σπονδυλόλυσης γίνεται με την χρήση της μαγνητικής τομογραφίας (Εικ. 10.5), αν και πολλοί υποστηρίζουν την χρήση της αξονικής τομογραφίας, και μάλιστα της τεχνικής με ανάστροφο μαγνήτη, και του σπινθηρογραφήματος οστών.
Η διασχιστική οστεοχονδρίτιδα (osteochondritis dissecans) διαγιγνώσκεται είτε με αξονική, είτε με μαγνητική τομογραφία, αν και η δεύτερη προτιμάται, λόγω της καλύτερης απεικόνισης της έκτασης του οιδήματος του μυελού των οστών.
Ο Αχίλλειος και ο επιγονατιδικός τένοντας απεικονίζονται επαρκώς με το υπερηχογράφημα (Εικ. 10.2). Η τενόντωση (βλέπε τα Κεφάλαια 7 και 8) φαίνεται ως πάχυνση του τένοντα, με απώλεια της φυσιολογικής του ηχωγένειας και αύξηση του αγγειακού του σήματος στο έγχρωμο υπερηχογράφημα Doppler. Η παρατενοντίτιδα φαίνεται ως υγρό μέσα στον παρατένοντα και χαρακτηρίζεται ως μία πιο οξεία διεργασία. Επίσης, η μαγνητική τομογραφία χρησιμοποιείται για να παρέχει χρήσιμες πληροφορίες, σχετικώς με τις πιθανές παθολογίες αυτών των δομών.
Η πελματιαία απονευρωσίτιδα απεικονίζεται στο υπερηχογράφημα ως εστιακή πάχυνση, αν και το μέγεθος του λιπώδους σωματίου μπορεί να περιορίσει την ορατότητα. Η λήψη μαγνητικής τομογραφίας πριν και μετά την έγχυση γαδολίνιου απεικονίζει επαρκώς αυτή την κλινική οντότητα.
Συμπεράσματα
Από τα ανωτέρω, κατέστη σαφές ότι οι μη επεμβατικές, απεικονιστικές τεχνικές είναι παραπάνω από ικανές να οπτικοποιήσουν την πλειονότητα των αθλητικών κακώσεων. Το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία θα πρέπει να είναι οι τεχνικές πρώτης εκλογής. Συγκεκριμένα, οι μύες, οι τένοντες και οι επιφανειακοί σύνδεσμοι προτιμάμε να απεικονίζονται με το υπερηχογράφημα, ενώ οι πιο περίπλοκες περιοχές του σώματος (ώμος, λεκάνη/ισχίο), η σπονδυλική στήλη και οι μεγάλες διαρθρώσεις, με την μαγνητική τομογραφία. Τα κατάγματα κοπώσεως ή τα λανθάνοντα κατάγματα μπορεί να χρειαστεί να διερευνηθούν περαιτέρω με σπινθηρογράφημα οστών ή αξονική τομογραφία, αν και, στις περισσότερες κλινικές περιπτώσεις, η μαγνητική είναι εξίσου ευαίσθητη για την απεικόνισή τους.
Όπως έχει αναφερθεί, η απεικόνιση δεν δύναται να υποκαταστήσει την λήψη ενός καλού ιστορικού και την κλινική εξέταση. Η αλληλεπίδραση μεταξύ του αθλιάτρου και του ακτινολόγου είναι καίριας σημασίας για την σωστή διάγνωση και την αντιμετώπιση της κατάστασης του αθλητή. Ο αθλίατρος ενθαρρύεται να είναι παρών όταν ο ακτινολόγος κάνει την εξέταση στον αθλητή, καθώς με αυτή την επικοινωνία διευκολύνεται η σωστή ερμηνεία των αποτελεσμάτων.
Αυτό το κεφάλαιο παρείχε μόνο μία περιληπτική ανάλυση του θέματος, η οποία όμως κρίνεται επαρκής για να διεγείρει το περαιτέρω ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)